Η Κασσιανή-Εικασία και ο βασιλιάς Θεόφιλος

Νομίζουμε ότι ο Θεόφιλος,  δεν είναι από τους πολύ γνωστούς μας αυτοκράτορες. Και όμως....
Ο πατέρας του, Μιχαήλ Β' Τραυλός, φρόντισε για την άριστη ανατροφή και την παιδεία του ορίζοντας παιδαγωγό του τον πιο φωτισμένο άνθρωπο της εποχής, τον Ιωάννη Γραμματικό. [1] Σε αυτόν χρωστά ο Θεόφιλος την αγάπη του για τη δικαιοσύνη, τα γράμματα και τις καλές τέχνες. Μερικές φορές υπήρξε υπέρμετρα αυστηρός αλλά και έμπειρος σε θεολογικά θέματα. Με τον Θεόφιλο έκλεισε η αυλαία της Εικονομαχίας, αφού ο ίδιος υπήρξε ο τελευταίος Εικονομάχος βασιλέας.
Πριν στεφθεί αυτοκράτορας, η μητριά του η Ευφροσύνη θέλησε να εκλέξει την πλέον κατάλληλη γι΄αυτόν νύφη. Κάλεσε από διαφορετικές χώρες τις καλλίτερες κόρες κι όταν έφθασαν τις συγκέντρωσε στο  τρίκλινο του Παλατίου που τ' ονόμαζανν Μαργαρίτην.  Εκεί η Ευφροσύνη έδωσε στον νεαρό Θεόφιλο ένα χρυσό μήλο προκειμένου με τη σειρά του, ως άλλος Πάρις, να το προσφέρει στην διαλεχτή της καρδιάς του. Ξεχώρισε ο Θεόφιλος την Εικάσια, ανάμεσα στις άλλες και πλησιάζοντάς  την για να της δώσει το μήλο της λέει το περίφημο "διά  γυναικός ερρύη τα φαύλα". Πήραν και ρόδισαν τα μάγουλα της κόρης, δείγμα αναταραχής της ψυχής της, σεμνά αλλά με το θάρρος της ευφυίας της απάντησε καίρια και με γλυκύτητα στον Θεόφιλο "αλλά και διά γυναικός πηγάζει τα κρείττονα", εννοώντας την Θεοτόκο.
Προφανώς δεν περίμενε απάντηση ο Θεόφιλος. Η ομορφιά του σώματος και του πνεύματος της Εικασίας νίκησαν τον Θεόφιλο, προσβλήθηκε η περηφάνια του και θα τον τρόμαξε η ειλικρίνεια, η ευθύτητα και η πίστη της κοπέλας. Χωρίς να το καλοσκεφτεί αλλάζει γνώμη και προσφέρει το μήλο στην θυγατέρα ενός δρουγγάριου [2] ή τουρμάρχη [3] ονόματι Μαρίνου, την Θεοδώρα.
Η Εικασία, αφού την απέρριψε ως συνευνή του ο Θεόφιλος, έκτισε μία μονή στην οποία έδωσε τ' όνομα της και κλείσθηκε μέσα. Εκεί άρχισε να γράφει εκκλησιαστικούς κανόνες, βιβλία και τροπάρια. Το πιο γνωστό σ' εμάς είναι το τροπάριο της Κασσιανής ή Κασσίας.
Ιστορείται ότι σε κάποια από τις επισκέψεις του στα μοναστήρια της Κωνσταντινούπολης, ο Θεόφιλος έφτασε και στο Εικάσιον. Όλες οι μοναχές βγήκαν να υποδεχθούν τον αυτοκράτορα, τότε, Θεόφιλο, εκτός από την Εικασία-Κασσιανή η οποία κλεισμένη στο κελλί της έγγραφε ....

Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίες περιπεσούσα γυνή,
την σην αισθομένη θεότητα, μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι, προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, ότι νυξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος, έρως της αμαρτίας.
Δέξαι μου τας πηγάςτων δακρύων, ο νεφέλαις διεξάγων,
της θαλάσσης το ύδωρ. κάμφθητί μοι, προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς, τη αφάτω σου κενώσει.
καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας, αποσμήξω τούτους δε πάλιν,
τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις.
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν...

Σε αυτό το σημείο ήχος βημάτων πάγωσε το χέρι της. Ο αυτοκράτορας που τριγυρνούσε στο εσωτερικό του μοναστηριού, ίσως με την ελπίδα να την συναντήσει, είχε φθάσει έξω από το κελλί της. Η πέννα έπεσε πάνω στο χαρτί και εκείνη κρύφτηκε στα γρήγορα, διότι δεν ήθελε να αντικρύσει τον Θεόφιλο. Εκείνος πάλι όταν βρήκε άδειο το κελλί της κατάλαβε την επιθυμία της, δεν επέμεινε, μόνο άφησε το μήνυμα του στο χαρτί της, με την πέννα της συμπλήρωσε ένα στίχο...

κροτόν τοις ωσίν ηχηθείσα, τω φόβο εκρύβη.

Με τρεμάμενα χέρια και τα μάτια δακρυσμένα ξαναπιάνει η Εικασία τη γραφή.

Αμαρτιών μου τα πλήθη, και των κριμάτων σου αβύσσους,
τις εξιχνιάσει, ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης, ο αμέτρητον έχων το έλεος.
                                                                        (η αγία μεγάλη εβδομάς, επιμ. Ευάγ. Π. Λέκκος, εκδ. Σαϊτης, [χ.χ.])

Άδολος έρωτας κρυμμένος στα μύχια της καρδιάς εξοβελίζεται από τη μεγάλη υπευθυνότητα και το καθήκον που και οι δύο συναισθάνονται από την αρχή, από την πρώτη τους συνάντηση. Ανθρώπινες ιστορίες έρωτα και αγάπης, μία πλευρά που δεν εμφανίζεται στα ιστορικά εγχειρίδια, συνήθως. Και δεν είναι, βεβαίως, η μόνη.
Τιμούσε την Αυγούστα ο Θεόφιλος αλλά η εικόνα της Εικασίας δεν θα έφυγε ποτέ από το νου του βασιλέα, ίσως κάποιες φορές λυγίζοντας κάτω από το βάρος των ευθυνών του ν' αναζητούσε τ' όμορφο πρόσωπο της στο οποίο καθρεφτιζόταν η δύναμη της πίστης και της αποφασιστικότητας της. Την αγάπη της Εικασίας για τον Θεόφιλο, του οποίου μία στιγμιαία παρόρμηση την ανάγκασε ν' απαρνηθεί τα εγκόσμια, πράγμα για το οποίο φαίνεται ότι ο Θεόφιλος μετανόησε όταν πλέον ήταν αργά για να επανορθώσει, μαρτυρούν και οι στίχοι της Εικασίας...
ότι νυξ υπάρχει,
οίστρος ακολασίας ζοφώδης τε και ασέληνος,
έρως της αμαρτίας.

Ήταν μία ιδιαίτερα δύσκολη εποχή. Ο ρομαντικός Θεόφιλος, γνώριζε καλά την ελληνική αρχαιότητα όσο και τα θρησκευτικά θέματα, είχε φροντίσει γι΄αυτό ο Ιωάννης Γραμματικός, ο οποίος στάθηκε δίπλα του ως σύμβουλος και Πατριάρχης. Ο Αυτοκράτορας ως τοποτηρητής του Θεού, ο επί γης αντιπρόσωπος του Χριστού, όπως ο Πατριάρχης, ήταν ανάγκη να γνωρίζει ώστε να μεριμνά για τα υλικά πράγματα, για την ασφάλεια των υπαρχόντων και για των απολλυμένων την ανάκτηση, όπως ο Πατριάρχης για τα πνευματικά αγαθά. (Ελένη Γλύκατζη-Ahrweiler). Είχε καθήκον να παρακολουθεί τα εκκλησιαστικά θέματα, τις χριστολογικές διαμάχες και τη δράση των διάφορων αιρετικών κινημάτων, που συχνά δίχαζαν πληθυσμούς και απειλούσαν την ειρήνη και την τάξη που εκείνος όφειλε να διαφυλάσσει. Στην προσπάθεια του να ξεριζώσει τις καταχρήσεις και τις υπερβολές, έγινε Εικονομάχος, αντίθετα η συνευνή του, Θεοδώρα, υποστήριζε τη λατρεία των εικόνων.  Απόψεις διαφορετικές για ένα θέμα το οποίο είχε χαρακτήρα κυρίως λειτουργικό.
Εντέλει, η Θεοδώρα υπήρξε η Αυγούστα που, μετά το θάνατο του συζύγου της, συγκάλεσε μία Σύνοδο για την αποκατάσταση των εικόνων. Όταν η Σύνοδος ολοκλήρωσε τις εργασίες της έγινε στην Αγία Σοφία μία επίσημη λειτουργία, ήταν 11 Μαρτίου του 843, η πρώτη Κυριακή της Τεσσαρακοστής και ονομάσθηκε Κυριακή της Ορθοδοξίας.
Η Θεοδώρα για τη μεγάλη της προσφορά και πίστη αγιοποιήθηκε και εορτάζεται στις 11 Φεβρουαρίου.
Ενώ τη Μεγάλη Τετάρτη ψάλλεται το τροπάριο της πιστής Κασσιανής και του Θεόφιλου.

1453 "Η πόλις εάλω", τα λείψανα της Αγίας Θεοδώρας, της Αυγούστας και συνευνής του Θεόφιλου, και  του Αγίου Τριμυθούντος βρισκόταν στους Αγίους Αποστόλους, όπου εφημέρευε ο Γρηγόριος Πολύευκτος. Δύο μέρες μετά τη μεγάλη συμφορά, ένας χωριάτης με δυο μουλάρια φορτωμένα άχυρο έβγαινε από τη μικρή δυτική πύλη της Βασιλεύεουσας. 1456, τα λείψανα φθάνουν στην Κέρκυρα..., σήμερα το ένα βρίσκεται στην ομώνυμη εκκλησία, του Αγίου Σπυρίδωνα Τριμυθούντος, Κερκυραίων ο σοφώτατος γιατρός, προστάτη και πολιούχο του νησιού και το άλλο στη Μητρόπολη αφιερωμένη στην Αγία Θεοδώρα.

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ ΑΛΗΘΩΣ!


Σημειώσεις και κύρια Βιβλιογραφία
[1] είχε τη φήμη ανθρώπου όχι μόνο πολύ μορφωμένου αλλά και δεινού συζητητή. Είναι πιθανόν να ξεκίνησε ως καθηγητής -Γραμματικός-, έγινε μοναχός, ηγούμενος στη μονή Σεργίου και Βάκχου και παράλληλα ήταν προσαρτημένος στον κλήρο του Παλατιού, υπήρξε και Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Πρωτοπόρος της εποχής του τράβηξε πολλά και αντιφατικά μεταξύ τους σχόλια.
[2]διοικητής ενός δρούγγου, ο βαθμός δινόταν και ως τίτλος σε νεαρούς αξιωματικούς της αυτοκρατορικής φρουράς και υπασπιστές στρατηγών, δρουγγάριος της βίγλας ή δρουγγάριος των σπαθαρίων.
[3]  διοικητής τούρμας, άμεσα υφιστάμενος του στρατηγού ενός θέματος. (από το εβένινο λαούτο, Π. Αγαπητός, εκδ. Άγρα, 2003)
Vasiliev A.A., Ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, μτφ. Δ. Σαβράμη, Διεθνής Λέσχη Βιβλίου, 1973.
Lemerle Paule, Ο πρώτος Βυζαντινός Ουμανισμός,  μτφ. Μ. Νυσταζοπούλου-Πελεκίδου, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1981.
Γλύκατζη-Ahrweiler  Ελένη, Γιατί το Βυζάντιο, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα 2009.
Λάμπρου Σπ., Ιστορία της Ελλάδος, εκδ. Δημιουργία, Αθήνα 1998.
Χονδρόπουλου Σώτου, Σπυρίδων ο Τριμυθούντος, Αθήναι [χ.χ.]

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις